Με τα ποσοστά της παιδικής παχυσαρκίας να καταλαμβάνουν ανησυχητικές διαστάσεις -χαρακτηριστικό είναι ότι περίπου 2 εκατομμύρια παιδιά στην Ελλάδα είναι παχύσαρκα-  οι έρευνες στρέφονται στους παράγοντες που αυξάνουν ύπουλα το βάρος των παιδιών. Μια τέτοια παγκόσμια μελέτη αποκαλύπτει νεότερα στοιχεία σχετικά με τα ροφήματα που είναι… παντού και πάντα προσβάσιμα στα παιδιά και εντείνουν το πρόβλημα.

Σύμφωνα με τη μελέτη, αναδεικνύεται ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της συστηματικής κατανάλωσης σακχαρούχων ανθρακούχων ποτών και του κινδύνου αύξησης του σωματικού βάρους στους εφήβους.

Ειδικότερα, η έρευνα, η οποία δημοσιεύτηκε στο JAMA Network Open και διεξήχθη σε 107 χώρες παγκοσμίως, συμπέρανε ότι κάθε 10% αύξηση της ημερήσιας κατανάλωσης αναψυκτικών συσχετίστηκε με 3,7% αύξηση του αριθμού των υπέρβαρων και παχύσαρκων εφήβων.

Με βάση τα συγκεκριμένα αποτελέσματα, η ερευνητική ομάδα από την Ιαπωνία τονίζει τη σημασία των παγκόσμιων προσπαθειών για τη μείωση της κατανάλωσης αναψυκτικών ως μέσο αντιμετώπισης της παιδικής παχυσαρκίας.

Τα στοιχεία τα οποία εξέτασε η έρευνα βασίστηκαν σε σχολικές έρευνες σε όλες τις χώρες και σε συνολικά 405.528 έφηβους, έτσι ώστε να διαπιστωθεί η πιθανή σχέση μεταξύ της κατανάλωσης των αναψυκτικών και της παχυσαρκίας μεταξύ των εφήβων. Ορισμένες από αυτές τις χώρες έχουν επιβάλει φόρους στα σακχαρούχα ποτά, ενώ άλλες όχι.

Τα δεδομένα της κατανάλωσης αναψυκτικών, αλλά και της κατανάλωσης φρούτων και λαχανικών αναλύθηκαν σε συνδυασμό με στοιχεία του Δείκτη Μάζας Σώματος (ΔΜΣ) για τον εντοπισμό υπέρβαρων και παχύσαρκων εφήβων.

Το ποσοστό των υπέρβαρων και παχύσαρκων μαθητών διέφερε σημαντικά από χώρα σε χώρα, κυμαινόμενο από 3,3% στην Καμπότζη έως το απογοητευτικά εντυπωσιακό 64% στη μικροσκοπική νησιωτική χώρα Νιούε, κοντά στη Νέα Ζηλανδία, η οποία έχει πληθυσμό μικρότερο από 2.000 κατοίκους (1.620 το 2018). Παρομοίως, ο επιπολασμός των εφήβων που καταναλώνουν αναψυκτικά μία ή περισσότερες φορές την ημέρα κυμαινόταν από 3,3% στην Ισλανδία έως 80% στη Νιούε.

Συνολικά όμως, οι συγγραφείς διαπίστωσαν μια σταθερή τάση σε όλα τα έθνη: κάθε αύξηση κατά 10% στην ημερήσια κατανάλωση αναψυκτικών οδήγησε σε αύξηση κατά 3,7% στον επιπολασμό των υπέρβαρων και παχύσαρκων εφήβων. Επιπλέον, η έρευνα κατέδειξε ότι οι φόροι στα αναψυκτικά φάνηκε να μειώνουν αποτελεσματικά την κατανάλωση αυτών των ποτών.

«Απ’ όσα γνωρίζουμε, η μελέτη μας είναι η πρώτη που εξετάζει τη συσχέτιση μεταξύ της κατανάλωσης αναψυκτικών και της παχυσαρκίας μεταξύ των εφήβων τόσο σε παγκόσμιο όσο και σε ατομικό επίπεδο» επισημαίνουν οι συγγραφείς της μελέτης με επικεφαλής τον αντίστοιχο συγγραφέα Dr. Huan Hu από το Εθνικό Ινστιτούτο Επαγγελματικής Ασφάλειας και Υγείας της Ιαπωνίας.

Όπως σημειώνουν οι ερευνητές, μια διαφορετική μελέτη διαπίστωσε ότι ο φόρος της βιομηχανίας αναψυκτικών του Ηνωμένου Βασιλείου, ο οποίος είναι ένας «φόρος ζάχαρης» δύο επιπέδων, είχε σχέση με τη μείωση των ποσοστών παχυσαρκίας μεταξύ των κοριτσιών της πέμπτης τάξης δημοτικού.

«Στην παρούσα μελέτη, διαπιστώσαμε ότι οι χώρες υψηλού εισοδήματος ήταν πιο πιθανό να εφαρμόσουν φόρους στα αναψυκτικά σε σύγκριση με τις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (42,9% έναντι 21,5%). Επιπλέον, στις χώρες με φόρους στα αναψυκτικά, ο επιπολασμός της καθημερινής κατανάλωσης αναψυκτικών μεταξύ των εφήβων ήταν χαμηλότερος από ό,τι στις χώρες χωρίς τέτοιους φόρους (30,2% έναντι 33,5%)» σημειώνουν οι ερευνητές.

Συγκεντρωτικά, συμπέραναν ότι η κατανάλωση αναψυκτικών αντιπροσωπεύει περίπου το 12% της διακύμανσης στο ποσοστό υπέρβαρων και παχύσαρκων παιδιών.

πηγή: ygeiamou.gr

 
(Επισκέφθηκε 10 φορές, 1 επισκέψεις σήμερα)